Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

Αξελικά (αντί προλόγου-αλλιώς: κάτι που θέλω να θυμάμαι)

Τον Κώστα Αξελό τον αγάπησα προτού ακόμη μπω στη Νομική και συνεχίζει να με μαγεύει η σκέψη του [παραβλέπω τις επαναλήψεις του, καμιά φορά και τις πομπώδεις διατυπώσεις του εδώ κι εκεί΄ ασπάζομαι πλήρως την αντίληψή του για τον έρωτα και τη φιλία’ και μόνο αυτό ειναι αρκετό για να τον καταχωρήσω στο πάνθεον των αγαπημένων μου συγγραφέων…δίπλα στον ανεξάντλητο Νίτσε , τον Μπατάιγ, τον Ζ.Κοκτώ, τον Ζ.Περέκ, τον Κάφκα , τον Ντελέζ, τον Αγκάμπεν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Φλωμπέρ, τον Σταντάλ, τον Μπέκετ, τον Κ.Παπαγιώργη , τον Β.Καραποστόλη ,τον Ε.Αρανίτση, τον Ρένο (Αποστολίδη),τον Γ.Χειμωνά, τον Κ.Δουζίνα, τον Π.Κονδύλη, τον (δάσκαλο τώρα) Χ.Βλαβιανό, τον Ν.Εγγονόπουλο, τον Γ.Μπλάνα, τον Τ.Λειβαδίτη, τον Μ.Σαχτούρη, τον Εμπειρίκο, τον ερωτικό Ελύτη, τον Αχιλλέα Κυριακίδη, τον Δ.Καλοκύρη,τον Μπ.Στράους, τη Ζ.Ζατέλη, την Ντόνα Ταρτ,την Σ.Σόνταγκ, τους καινοτόμους Στρίντμπεργκ, Χ.Φ.Κλάιστ, Γ.Μπύχνερ, Μπρεχτ, Χ.Μύλλερ, Τ.Στόπαρντ...Και φυσικά δεν λησμονώ τους κλασικούς που βρίσκονται πάντα εκεί...]

Η παρακάτω ανθολόγησή μου είναι από το όμορφο αφοριστικό βιβλίο του «Αυτοβιογραφικές» σημειώσεις (εκδ. Νεφέλη) .
Μια γεύση απο τον γοητευτικό στοχασμό του…




Να γνωρίζεις τον εαυτό σου. Να τον αναγνωρίζεις. Να είσαι συνειδητός. Να αναλαμβάνεις τον εαυτό σου. Να αυτοπεριορίζεσαι. Να κρίνεις τον εαυτό σου. Σπουδαίο πρόγραμμα! Το παιχνίδι της κριτικής και της αυτοκριτικής μένει στα μισά του δρόμου.


Εσύ με πλησιάζεις και απομακρύνεσαι από μένα, εγώ κάνω το ίδιο, η σχέση μας, που δεν την ορίζουμε γιατί εκείνη μας ορίζει, ξεφεύγει απ’ όλες τις μεριές.


Η είσοδος στον κόσμο, τυχαίο μοίρασμα χαρτιών, προσδιορίζει και προσδιορίζεται -όχι κατά το αιτιακό σχήμα- από την κληρονομικότητα και την κράση, τον ψυχισμό, το οικογενειακό πλαίσιο, τον κοινωνικό περίγυρο και την ιστορική στιγμή, την ευφυΐα και εκείνη την παράξενη δωρεά του ανοίγματος στον κόσμο.

Το μικρό παιδί τα θέλει όλα, αμέσως. Το μεγάλο παιδί που είναι ο ενήλικος, αντιμέτωπος με μια αίσθηση πτώσης, απώλειας, ενοχής, επιθυμεί και θέλει ένα σκοπό, μια αιτία, ένα νόημα, ψάχνει να δικαιολογήσει την ύπαρξή του.


Τι χαρά για το παιδί να σπάει τα παιχνίδια του. Κατόπιν, ο άνθρωπος θα πρέπει να μάθει ότι είναι ο ίδιος ένα παιχνίδι προορισμένο να σπάσει.


Τα όντα τα προικισμένα, τα ταλαντούχα ή τα ιδιοφυή πραγματοποιούν αργότερα τα παιδικά και εφηβικά τους όνειρα, με κάποιους συμβιβασμούς και με πολλές απορρίψεις, απώλειες, μετατροπές, μεταμορφώσεις.


Το θέμα δεν είναι ούτε περισσότερο η αναζήτηση της ευτυχίας ούτε περισσότερο η συντριβή από τη δυστυχία. Δεν θα μπορούσαμε μήπως, όχι κατακτητικά, με φιλία, χωρίς να αποφεύγουμε τη δυσαρμονία, να εναρμονιστούμε με τους τόπους και με τις στιγμές που ανοίγουν;

Ο φόβος είναι ο πιστός σύντροφός μας . Μπορεί να μεταμορφωθεί φιλικά. Το θάρρος πρέπει να γίνει ο καλύτερος φίλος μας. Ο φόβος και η επιθυμία έχουν την τάση να μπερδεύονται, να αντιστρέφουν τα σημάδια τους. Η ανησυχία μπορεί να προκαλέσει αγωνία, όπως μπορεί να δρομολογήσει λόγια, σκέψεις, πράξεις. Η αγωνία μπορεί να παραλύσει. Μπορεί όμως να είναι επίσης πηγή στοχαστική, ποιητική, δρώσα.

Η θεμελιακή ετερότητα, δώθε και πέρα από την αποξένωση και από εκείνο που απλώς είναι παράξενο ή ξένο, φωτιά και πάγος μαζί, ζητάει να τη σκεφτούμε και να τη δοκιμάσουμε.


Η -περιορισμένη και γενικευμένη-επιφανειακότητα είναι κάτι περισσότερο από ένας αμυντικός μηχανισμός ενάντια στα βάθη. Βασιλεύει, αφέντρα των ανθρώπων και των τόπων. Παριστάνει ότι είναι η μόνη βασίλισσα.


Όταν κατασκευάζεις μια προσωπικότητα για τον εαυτό σου, ακόμα και μια εικόνα, μένεις τεχνητός και επιφανειακός. Να μη δημιουργεί κανείς έναν θρύλο. Να αφήνει τους θρύλους να ξετυλίγονται.


Να μην κάνεις τη ζωή σου μυθιστόρημα. Όμως είναι τόσο γοητευτικό το μυθιστορηματικό στοιχείο. Να κάνεις τα πάντα προκειμένου να μην είσαι ή να μη γίνεις λογοτεχνικός, συμμετέχοντας δημιουργικά, πιο πολύ και απ’ την ποίηση, στην ποιητικότητα. Να επιτρέπουμε στην ποιητικότητα να ξεδιπλώνεται μέσα από εμάς.


Να προσπαθείς, όσο είναι δυνατόν και πλευροκοπώντας το αδύνατο, να καταργήσεις τη διακόσμηση και τη σκηνή, την αναπαράσταση, το παιχνίδι των ρόλων και την ίντριγκα, με δυο λόγια τη θεατρικότητα, για ν’ ανοίξεις το δρόμο σε μια ομιλία ποιητική και σκεπτόμενη, σε μια διάπυρη ζωή.


Η ζωή με πληρεξούσιο, η αφηρημάδα και η διάσπαση είναι στάσεις φθηνές που χάνουν τον, συχνά άχρηστο, πλούτο αυτού που μας προσφέρει η «ζωή».


Να μη διστάζετε πολύ να φέρνετε στον κόσμο ένα όραμα που σας κυριεύει. Οι οραματιστές μόνον εξόδοις τους μπορούν να μάθουν ότι τα, συχνά καρποφόρα, οράματά τους θα ισοπεδωθούν.


Το εμπόδιο παίζει κι αυτό ρόλο εξαιρετικά θετικό.


Να συνδιαλέγεσαι με τους δαίμονές σου χωρίς να πιστεύεις ότι είσαι ο πιο δυνατός.


Το κενό και η πλήξη. Η κοινοτοπία και η επιπεδότητα. Η ασημαντότητα. Η μετριότητα και το τετριμμένο. Και αυτά ακόμα, παρ’ ότι μας κάνουν να υποφέρουμε, μπορούν να μας βοηθήσουν να κρατηθούμε σαν ένας βράχος όλο ρωγμές πάνω στον οποίο σπάνε τα κύματα της αντιξοότητας.


Να φροντίζεις την τύχη σου. Να μην την κυνηγάς.


Η σημασία της πρώτης ματιάς είναι αποφασιστική. Επικοινωνείς πάραυτα με το ελκυστικό στοιχείο και με τα κενά του άλλου. Δεν είναι όμως παρά κατόπιν που αυτό το πριν αποκαλύπτεται.


Να απαντάς με δοτική περιφρόνηση σ’ αυτούς που θέλουν να σε ταπεινώσουν.


Να προσφέρεις μ’ όλη σου την καρδιά στον άλλον την ελευθερία του-που αγνοεί τον απατηλό της χαρακτήρα. Μόνον κάποιες ελευθερίες είναι προσιτές. Να χρησιμοποιείς ειρωνεία και, κυρίως, χιούμορ-το λιγότερο μοιρασμένο πράγμα στο κόσμο-, ακόμα κι όταν οι άλλοι δεν πρόκειται να το αντιληφθούν πριν περάσει πολύς καιρός, καμιά φορά ποτέ.


Το παιχνίδι της εξάρτησης και της ανεξαρτησίας παίζεται πάντοτε χωρίς να υπακούει σε πάρα πολύ αυστηρούς κανόνες. Μια και δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά, ας σεβαστούμε την ανάγκη που έχουμε για παράδοση, τόπο, εστία και την ανάγκη που έχουμε για περιπέτεια, ανανέωση, υπέρβαση. Το ίδιο επιθυμούμε διαρκώς και τον παλμό, το κέντρισμα, την έξαρση και τον καθησυχασμό, την ηρεμία και την ανάπαυση. Η ανάγκη παράδοσης, συνέχειας, και το κάλεσμα του νέου, της εξερεύνησης άγνωστων τόπων, μας χρειάζονται επίσης.


Η αναζήτηση της αδελφής ψυχής, του άλλου μισού, χάνεται στο παιχνίδι των κατόπτρων που το ένα τους παραπέμπει στο άλλο, που συχνά συντρίβονται και που δεν αφήνονται εύκολα να τα διαπεράσει κανείς. Η αναζήτηση της ολοκληρωτικής σεξουαλικής ικανοποίησης πρέπει να λαμβάνει υπόψη το γεγονός-πραγματικό και φαντασιακό- ότι αυτή η πλήρης ικανοποίηση δεν δίνεται σ’ εμάς που «είμαστε» όντα με φύλο.


Το να αγαπάς και να αγαπιέσαι ενέχει την αβίαστη προσπάθεια να βοηθάς. Σε τι; Στην αποκάλυψη και στην οικοδόμηση μιας πτέρυγας του κόσμου. Παθιασμένος έρωτας και ασφάλεια δεν πάνε μαζί. Η δυνατότητα ενός έρωτα φιλικού, που είναι προβληματικά βαθύς, μας ανοίγεται και μας προσφέρεται όταν είμαστε σε θέση να της ανταποκριθούμε. Ο έρωτας είναι κοντινός και μακρινός, συνδέει και αποσυνδέει. Όσο για την ερωτική διάσταση, που είναι κάτι παραπάνω από μία διάσταση, εκδηλώνεται στην πάλη των φύλων, μας τυλίγει στη γοητεία της και τρέφει τα φαντάσματά μας. Αυτοί που θέλουν να ασκούν γοητεία παρασύρονται από τη γοητεία που τους γοητεύει.


Ο έρωτας του έρωτα είναι ισχυρότερος από τον έρωτα. Έρωτας και πεδίο ερωτικό συνιστώνται από αυτό που μας κυριεύει και/ή αποσύρεται. Έτσι, δεν ικανοποιούμαστε μέσα στις αντιθετικές διαρθρώσεις της ανάγκης και της επιθυμίας, μέσα στον δαίδαλο του έρωτα και του ερωτισμού, όπου πραγματικό και φαντασιακό, ενορμήσεις, συγκινήσεις, όνειρα και συλλογισμοί, δυνατότητες και αδύνατα, αυτά και οι σκιές τους, συναντώνται και χωρίζονται. Επίσης, σεξουαλικότητα και τρυφερότητα που συνταιριάζουν, αναμειγνύονται, δεν αφήνονται να είναι ή να γίνουν αντιθετικές, καθώς καθεμία μπορεί να πάρει το προβάδισμα από την άλλη.


Τι κρύβει κανείς όταν ανοίγεται; Η απόλυτη διαφάνεια, η ολική διαύγεια είναι ένα σχεδόν απόλυτο δέλεαρ. Μέσα στη δέσμη των απεριόριστων αλλά πεπερασμένων σχέσεων.


Αυτό που δεν μπορούμε να πούμε στους άλλους κάπου μας πνίγει κιόλας.


Να ξέρεις ότι καμιά φορά αυτό που επιβάλλεται συνίσταται στο να μην απαντάς. Να συνηθίσεις, λοιπόν, να σιωπάς, να λακωνίζεις, να συντέμνεις, να εγκαταλείπεις. Να τολμάς την εξαφάνιση, την απομάκρυνση, την απάρνηση. Η απάρνηση δεν κατευθύνεται εναντίον. Αποδέχεται, αναλαμβάνει και πάει παραπέρα. Αποδεχόμενοι και μεταμορφώνοντας το χωρισμό, την άρνηση, την απογοήτευση, την απώλεια και την παραγνώριση, καθόλου δεν αρνούμαστε το ακτινοβόλο παιχνίδι.


Τις απάνθρωπες και ιδανικές αξιώσεις που επιβάλλει κανείς στον εαυτό του και στους άλλους, αυτές που μεταμορφώνονται εκ των έσω-χωρίς να αποφεύγεται ο πόλεμος «πάντων πατήρ»-, μπορεί να διαδεχθεί η αναγνώριση των ορίων, των δικών σου και των ορίων των άλλων.


Δεν αρκεί να μάθει κανείς να μιλάει' χρειάζεται να μάθει επίσης πώς να κρατάει τη σιωπή, τη σιωπή που δίνει.


Να μην υπομένεις παθητικά την εποχή. Να τη μεταμορφώνεις, αθέατα σχεδόν. Το καθήκον με το οποίο είμαστε επιφορτισμένοι, το κάλεσμα που μας έχει εκτοξευθεί μας επιτάσσει να κοιτάμε και να βλέπουμε από κοντά και από μακριά.


Να σκεφτείς και να πειραματιστείς στο ότι δεν υπάρχει κατά την παρούσα στιγμή και για τις προβλεπτές στιγμές του μέλλοντος ένα πέραν του –ατομικού, εθνικού, κρατικού, πολυεθνικού, παγκόσμιου- καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, έτσι όπως εφαρμόστηκε, έτσι όπως προγραμματίζεται. Ο συμβιβασμός στον μέσο όρο, η εγκατεστημένη μετριότητα, κάνουν τους ανθρώπους λίγο ικανοποιημένους, λίγο ανικανοποίητους. Η συλλογικότητα δεν κάνει άλλο παρά να γενικεύει αυτό που ονομάζεται ανθρώπινο υποκείμενο. Έτσι γνωρίζουμε μικρές εναλλαγές, καθώς λείπει κάθε θεμελιακή εναλλακτική λύση.


Ο φανατισμός για το ίδιον, για την –ατομική ή ομαδική, κρατική ή μεταφυσική- ιδιοκτησία, για την ιδιοποίηση και για το ανήκειν αναδεικνύεται ισχυρός.





[Και σπαράγματα της προσωπικής φιλοσοφίας του-του ιδιαίτερου φιλοσοφείν…:]
Δεν υπάρχει οικοδόμηση ενός επιχειρηματολογίου αλλά αργή και υπομονετική επεξεργασία μιας σκέψης που την οδηγούν αστραπές. Όλα συμβαίνουν σαν η σκέψη αυτή να μας κατοικούσε από πάρα πολύ καιρό, για να μπορεί κατόπιν να (ανα)ανακαλυφθεί, διατυπωμένη με σαφήνεια για πρώτη φορά.


Ένα είδος πίστης, πρωταρχικής και ερευνητικής, μη θεολογικής, μη μυστικής, μη θρησκευτικής, δηλαδή η «πίστη» στα όντα, στα πράγματα, στον κόσμο, και η ισχυρότατα ερωτηματική σκέψη, όπως και η ερώτηση και η ερωτηματική απάντηση, ακολουθούν τον ίδιο δρόμο, είναι αλληλεξαρτώμενες.


Η μέθη της δημιουργίας και η νηφαλιότητα του στοχασμού πρέπει να οδεύουν χέρι χέρι, στο δρόμο της σκέψης, τουλάχιστον.


Εκείνοι που στην ύπαρξή τους , στη γλώσσα και στη σκέψη τους βρίσκονται στο δρόμο τής υπέρβασης της ατομικής ή συλλογικής υποκειμενικότητας-κάποια όντα και, αμυδρά, όλα τα όντα- ξεπερνώντας την λεπτολογία των ψυχολογικών και ψυχαναλυτικών αναλύσεων και το συμπαγές των κοινωνιολογικών και πολιτειολογικών εξηγήσεων, χωρίς καθόλου να ανήκουν στον εαυτό τους, είναι περισσότερο και από αινίγματα για τους ίδιους τους εαυτούς τους και για τους άλλους. Πέρα από τη μοναξιά (που δεν είναι η απομόνωση), τη μαζικοποίηση (που δεν συμπίπτει με την κοινωνικοποίηση), δοκιμάζοντας και τις δύο πέρα από τον καταναγκασμό της ιδιοκτησίας και της κατοχής και το παραλήρημα της κυριαρχίας, τα «όντα» αυτά μπορούν να «είναι», δηλαδή να παίζουν μέσα στην έρημο και μέσα στο δάσος της αδυνατότητας. Επειδή θα μπορούσε και να είμαστε προσηλωμένοι στο αδύνατο.


Ο χωρισμός από τον κόσμο. Η δυσκολία να ζεις. Η έλλειψη του είναι. Η ανικανότητα να υπάρχεις. Η δυσκολία να είσαι. Το εγγενές ελάττωμα. Η μεγάλη κόπωση να ζεις. Η ακατανίκητη κούραση. Η βαρυθυμία. Η τονικότητα της απελπισίας. Η δυσφορία. Όλα αυτά εκδηλώνονται, δεν αποκλείουν όμως τις στιγμές και τους χώρους-χρόνους της αγαλλίασης και της ευθυμίας, της ικανοποίησης και της ευχαρίστησης, του παλμού και των προοπτικών, έστω κι αν σε κάθε χαρά εκδηλώνεται κάποια θλίψη.


Μια ορισμένη αυθάδεια, χωρίς αλαζονεία, μπορεί να συνοδεύει ένα είδος απόσπασης, ανεμελιάς, γαλήνης, για να μιλήσει κανείς για σοφία.


Παραδείγματα, πρότυπα και πρωτότυπα ενεργούν και μας φωτίζουν μέσα από την απουσία τους.


Άτομα και εποχές έχουν τα απόβλητά τους. Διανύουμε μια εποχή ιδιαίτερα πλούσια σε απόβλητα. Υπάρχουν εποχές υψηλές και εποχές υποβαθμισμένες. Τόσο οι μεν όσο και οι δε ζητούν να αποκρυπτογραφηθούν, γιατί συγκαλύπτουν το άσκεφτό τους.



Στο επίπεδο αυτού που καλούμε ζωή, το ζήτημα δεν είναι να αποτύχει κανείς στη ζωή του ούτε να επιτύχει. Εντούτοις, όλοι μπορούμε να την κερδίσουμε και/ή να τη χάσουμε. Έτσι δεν υπάρχουν ζωές θριαμβικές, αλλά είναι άστοχο να πει κανείς ότι η ιστορία μιας ζωής, όποια κι αν είναι, είναι η ιστορία μιας αποτυχίας.


Το να έχει κανείς ένα όνομα δεν διαρκεί παρά κάποιο χρόνο. Σύντομο ή μακρύ.